Η Eυγενούλα η Μοσχονιά (Θράκη)
Η Ευγενούλα η μοσχονιά, η πολυαγαπημένη
Εβγήκε και παινέθηκε πως χάρο δε φοβάται
Κι έχει τα σπίτια τα ψηλά και άντρα παλικάρι
Έχει και τους εννιά 'δερφούς, τους καστροπολεμίτες
Κι ο Χάρος όταν τ' άκουσε πολύ του κακοφάνη
Εβγήκε και σαΐτεψε στης κόρης τ'ν αρραβώνα
Και μπαινοβγαίνουν οι γιατροί και γιατρειά δεν έχει
Και μπαινοβγαίνει η μάνα της με τα μαλλιά λυμένα
Μάνα σαν έρθ' ο Κωσταντής να μη μου τον πικράνεις
Στρώσ' τονε γεύμα να γευτεί και γεύμα να δειπνήσει
Κι ο Κωσταντίνος φάνηκε από τους πέρα κάμπους
Με τετρακόσια φλάμπουρα και μ' εκατό παιχνίδια
Σταθείτε 'σείς ιφλάμπουρα και 'σείς 'πού κει παιχνίδια
Χρυσός σταυρός ξεπρόβαλε εις τα πεθερικά μου
Ή πεθερός μου πέθανε ή πεθερά μου χάθη
Ή 'π' τα γυναικαδέρφια μου κανένα εσκοτώθη
Δίνει βιτσιά στο άλογο στου πεθερού του πάει
βρίσκει τον πρωτομάστορα που 'φτιαχνε το κιβούρι
Γεια και χαρά σου μάστορα, ποιανού 'ναι το κιβούρι
Είναι της μπόρας, του καπνού και της ανεμοζάλης