Ήταν ένας γάιδαρος
Ήταν ένασ γάιδαροσ με μεγάλα αυτιά
Το παχνί δεν του άρεσε ήθελε αρχοντιά
Ήθελε αρχοντιά ήθελε αρχοντιά
Ήθελε η μούρη του να φορέσει σέλα
Και να καμαρώνεται με το σύρε κι έλα
Με το σύρε κι έλα με το σύρε κι έλα
Στο δρόμο που επήγαινε είδε μια αλεπού
Γάιδαρε τον ρώτησε γάιδαρε για που
Για που για που για πού για που για που για πού
Τι σε μέλλει εσένανε τι δρόμο θε να πάρω
Την κακή τη σκέψη σου την ξέρω κυρά μάρω
Την ξέρω κυρά μάρω την ξέρω κυρά μάρω
Στη φάρμα επιστρέφει ο κύρησ του είναι εκεί
Έλα γαιδάρακο έχουμε δουλειά πολλή
Δουλειά δουλειά πολλή δουλειά δουλειά πολλή
Φόρτωμα ξεφόρτωμα δρόμο αρκετό
Έλα να σε ζέψω μη χάνουμε καιρό
Μη χάνουμε καιρό μη χάνουμε καιρό
Μα του λέει ο γάιδαροσ τι είναι αυτό το χάλι
Έχω περηφάνια εγώ δεν κάνω τον χαμάλη
Δεν κάνω τον χαμάλη δεν κάνω τον χαμάλη
Ο κύρησ του συνέχεια τον παρακαλεί
Έλα γαιδαράκο και τραβάει το σχοινί
Τραβάει το σχοινί τραβάει το σχοινί
Μα ο γαιδαράκοσ μασ μένει σταθερόσ
Δεν κάνει ούτε βήμα πίσω ούτε μπροσ
Πίσω ούτε μπροσ πίσω ούτε μπροσ πίσω ούτε μπροσ