Μαυρομαλλούσα
Δεν πειράζει δε με νοιάζει
Κι ασ με τρώει ενα μαράζι
Για τα μάτια τησ τα δυο
Που ίσωσ να μην ξαναϊδώ
Δώδεκα φορέσ το είπα
Κάθε μήνασ και μια πίκρα
Σαν περνώ απ’ το στενό τησ
Και γροικώ τον αργαλιό τησ
Να χτυπά και να υφαίνει
Το μυαλό μου να τρελένει
Και υστερα να μην υπάρχω
Μόνο τον καημό μου να 'χω
Με το φωσ του φεγγαριού
Συντροφιά του στεναγμού
Τριγυρίζω στο σοκάκι
Σα μικρό κοπελουδάκι
Ρώτηξα τη μάνα τησ
Ποιά χαρά είναι πλάι τησ
Σα θωρεί μαυρομαλλούσα
Κόρι που χει και αγαπούσα
Να μην θέλει να φιλήσει
Ούτε και να αγαπήσει
Μόνο με τον αργαλειό τησ
Λεσ και φαίνει τ όνειρό τησ
Σφαλιστό το παραθύρι
Με τ’ αγάπησ το χατίρι
Να μου λέει πωσ τα φιλιά τησ
Τα’ χει για την αφεντιά τησ
Παρ’ τη στράτα του θυμού σου
Βγάλτηνε απο τον νου σου
Μην αφήσεισ να πληγώσει
Την καρδιά σου να ματώσει
Κι ύστερα να ιδω ποιοσ έχει
Μάτια για να το αντέχει
Να θωρεί τον νιο να φεύγει
Και την κόρη να μισεύγει